Λογοτεχνικό εργαστήρι - Ασκήσεις Ύφους


Λογοτεχνικό  Εργαστήριο
Ασκήσεις   ύφους 

Στόχοι της δραστηριότητας που ακολουθεί είναι να κατανοήσουν οι μαθητές την ύπαρξη διαφορετικών υφών, το διαφορετικό αποτέλεσμα που έχουν αυτά και, σε τελευταία ανάλυση, τη δημιουργικότητα της γλώσσας.
Η πραγματοποίηση : Γίνεται μια αναφορά στην ανάγκη του ανθρώπου να παραστήσει και να αναπαραστήσει στοιχεία του περιβάλλοντός του (ζώα, άνθρωποι κτλ.), ανάγκη η οποία γέννησε το θέατρο. Έρχονται οι μαθητές σε επαφή με κείμενα θεατρικών έργων. Η όλη διαδικασία επικεντρώνεται στο βασικό παράγοντα της θεατρικής διαδικασίας, τον ηθοποιό, και το κείμενο. Δίνεται σε κάθε μαθητή χωριστά ένα κείμενο από τις “Ασκήσεις ύφους” του Ρ. Κενώ. Οι μαθητές διαβάζουν. Όταν τους ζητηθεί να πουν τι λένε τα κείμενα, διαπιστώνουν ότι όλα έχουν το ίδιο περιεχόμενο αλλά διαφορετικό ύφος.
Ανατρέχουν οι μαθητές σε λογοτεχνικά βιβλία (ποιητικά, συλλογές διηγημάτων, ανθολογίες), διαβάζουν τα κείμενα σιωπηρά και, στη συνέχεια, επιχειρούν να διερευνήσουν και να εξηγήσουν το ύφος.
Σχεδιάζεται μια μικρή παράσταση, όπου ο κάθε συμμετέχων-ηθοποιός αναλαμβάνει να πει το ίδιο συμβάν (επίκαιρο) με διαφορετικό ύφος.
Αν υπάρχει δυνατότητα, προβάλλεται μέρος ενός επεισοδίου από τη σειρά “Δέκα μικροί Μήτσοι” του Λ. Λαζόπουλου. Διερευνώνται μέσω της συζήτησης τα κειμενικά στοιχεία που διαφοροποιούν τους χαρακτήρες.
Η διαδικασία επεκτείνεται και στο ύφος των ανθρώπων-με τη βοήθεια συγκεκριμένων κειμένων-και στο ύφος του χρόνου, δηλαδή οι διάφορες εναλλαγές του χρόνου στο διάστημα της ημέρας και ανάλογα με τις εποχές.
Το ύφος του λόγου
   Κάθε συγγραφέας, λοιπόν, είτε γράφει θεατρικό έργο είτε ένα μυθιστόρημα, προσπαθεί να δώσει στα λόγια των χαρακτήρων που παρουσιάζει το ύφος που φαντάζεται ότι χρησιμοποιούν τα άτομα αυτά. Έτσι, όταν, για παράδειγμα, θέλει να παρουσιάσει έναν κύριο με υψηλή θέση στην κοινωνία και μακρόχρονη εκπαίδευση, που απευθύνεται σε μια ομάδα συναδέλφων του στο πλαίσιο ενός σεμιναρίου, τον βάζει να χρησιμοποιεί ορισμένες λέξεις λόγιες, εκφράσεις ευγένειας, αρκετές δευτερεύουσες προτάσεις και αυστηρή σειρά. Αν όμως θέλει να παρουσιάσει μια κυρία χαμηλής μόρφωσης, η οποία απευθύνεται στις φίλες της σε μια φιλική συγκέντρωση, θα τη βάλει να χρησιμοποιεί λέξεις της καθημερινής ομιλίας, πολλές επαναλήψεις, πολλά επιφωνήματα θαυμασμού και έκπληξης, λίγες δευτερεύουσες προτάσεις και πολλές παρεκβάσεις.
Το ύφος του ανθρώπου
Ύφος δεν έχουν μόνο τα κείμενα. Ύφος έχουν και οι άνθρωποι. Ύφος μόνιμο, αλλά και ύφος ανάλογα με την περίσταση. Άλλοι είναι συνέχεια χαμογελαστοί και άλλοι συνέχεια μελαγχολικοί. Οι ίδιοι όμως άνθρωποι γίνονται, ανάλογα με την περίσταση, άλλοτε σοβαροί, άλλοτε απότομοι, άλλοτε ευγενικοί κτλ.
Το ύφος του χρόνου
Εκείνος που αλλάζει συχνά ύφος είναι ο χρόνος. Άλλοτε είναι αισιόδοξος (λαμπερός ήλιος), άλλοτε σοβαρός (συννεφιά), άλλοτε θλιμμένος (βροχή), άλλοτε παιχνιδιάρης (εναλλαγή ήλιου και συννεφιάς), άλλοτε σκληρός (πολύ κρύο) και άλλοτε χαμογελαστός (ηλιόλουστο πρωινό).


     Με πόσους τρόπους μπορεί να περιγράφει ένα ασήμαντο επεισόδιο, απ΄ αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, στην καθημερινή μας ζωή; Με 99 απαντά ο Ραιημόν Κενώ και ιδού η απόδειξη:                    
      Οι ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΥΦΟΥΣ, ένα από τα πιο διασκεδαστικά και, σίγουρα, το πιο πρωτότυπο βιβλίο στην Ιστορία της Παγκόσμιας Λογοτεχνίας. Σε κάποιο Παρισινό λεωφορείο, μιαν ώρα αιχμής, ένας αντιπαθητικός νεαρός ξεκινάει ένα καβγά με το διπλανό του «δι ασήμαντον αφορμήν». Μ ένα ανεξάντλητο καταιγισμό απολαυστικών ευρημάτων, ο Κενώ, ένας από τους πιο πνευματώδεις συγγραφείς του αιώνα μας, παρουσιάζει 99 παραλλαγές του επεισοδίου, απ τις οποίες σημειώνουμε ενδεικτικά: την παραλλαγή σε Θεατρικό, και σε Δεκαπεντασύλλαβο, τη Φιλοσοφική, τη Μάγκικη, την Οσφρητική, την Κρυπτογραφική, τη Σημειολική, τη Βοτανική, τη Γεωμετρική, τη Χωριάτικη και την (εντελώς) Αναπάντεχη, με την οποία κλείνει αυτό το ξεκαρδιστικό βιβλίο των εκπλήξεων.

Σημειώσεις
Σ’ ένα λεωφορείο της γραμμής S. Συνωστισμός. Ένας τύπος γύρω στα είκοσι έξι, καπέλο μαλακό με μια πλεξούδα στη θέση της κορδέλας, πολύ μακρύς λαιμός σα να του τον είχανε τραβήξει. Κόσμος κατεβαίνει. Ο περί ου ο λόγος αρπάζεται μ’ ένα διπλανό του. Τον κατηγορεί πως τον σπρώχνει κάθε φορά που κάποιος θέλει να περάσει. Τόνος κλαψιάρικος με κακές διαθέσεις. Καθώς βλέπει να ελευθερώνεται ένα κάθισμα, τρέχει και κάθεται.
Δυο ώρες αργότερα, τον ξαναβλέπω στην Κουρ ντε Ρομ, μπροστά στο σταθμό Σαιν Λαζάρ. Είναι μαζί μ’ ένα φίλο του που του λέει: «Πρέπει να ράψεις άλλο ένα κουμπί στο παλτό σου». Του δείχνει πού (στο πέτο) και γιατί.
Η υποκειμενική άποψη
Δεν ήμουν διόλου δυσαρεστημένος με το ντύσιμό μου εκείνη τη μέρα. Πρωτοφορούσα ένα παρδαλούτσικο καπέλο κι ένα παλτό, για το οποίο πολύ καμάρωνα. Μπροστά στο σταθμό Σαιν Λαζάρ συνάντησα τον Χ που προσπάθησε να μου χαλάσει το κέφι, θέλοντας να μου αποδείξει πως το παλτό μου ήταν πολύ ανοιχτό στο πέτο και πως θα ’πρεπε να προσθέσω εκεί ένα κουμπί. Πάλι καλά που δεν τόλμησε να θίξει το καπέλο μου.
Λίγο νωρίτερα, έβαλα όπως έπρεπε στη θέση του ένα παλιοτόμαρο, που το ’κανε επίτηδες να με ξενυχιάζει κάθε φορά που περνούσε κόσμος, ανεβαίνοντας ή κατεβαίνοντας. Αυτό συνέβη σ’ ένα από κείνα τα βρωμερά λεωφορεία που πήζουν στη λαϊκούρα ακριβώς εκείνες τις ώρες που είμαι υποχρεωμένος να τα χρησιμοποιώ.
Κι άλλη υποκειμενική άποψη
Ήταν σήμερα δίπλα μου στο λεωφορείο ένα από κείνα τα μυξιάρικα που, ευτυχώς, εκλείπουν σιγά σιγά, γιατί καμιά μέρα θα σκότωνα κανένα από δαύτα. Ο λεγόμενος, ένα τσογλάνι γύρω στα είκοσι έξι, τριάντα, μου την έδινε πολύ, όχι μόνο για το μακρύ λαιμό του σαν ξεπουπουλιασμένης γαλοπούλας, αλλά και γιατί είχε στο καπέλο του αντί για κορδέλα ένα λεπτό μελιτζανί κορδόνι. Α το κάθαρμα! Πόση αηδία μου προκαλούσε! Όπως λοιπόν είχε πολύ κόσμο στο λεωφορείο εκείνη την ώρα, έβρισκα την ευκαιρία, κάθε φορά που στριμωχνόμασταν για να κατέβει ή να ανέβει ο κόσμος, να του χώνω τον αγκώνα μου στα παΐδια του. Στο τέλος μου την κοπάνησε, πάνω που ήμουν έτοιμος να του τραβήξω ένα ξεγυρισμένο ξενύχιασμα. Θα του ’λεγα ακόμα, μόνο και μόνο για να τον φτιάξω, πως το παλτό του ήταν πολύ ανοιχτό στο πέτο.
Διευκρινιστικό
Σ’ ένα λεωφορείο (και να μη γίνει σύγχυση με το: Εσένα λέω, φορείο!), παρατήρησα (και όχι παρατύρισα) έναν τύπο μ’ ένα (και όχι τυπωμένα) καπέλο στολισμένο με (και όχι καπέλο στολής μένομε) ένα πλεγμένο κορδόνι (και όχι κορδωμένο πλεχτό). Είχε ένα λαιμό παρατεταμένο (και όχι ένα μελό παραπεταμένο). Οι άνθρωποι ήταν συνωστισμένοι (και όχι συν όστις μένει). Με κάθε απότομη κίνηση του οχήματος (και όχι οχύρωση του κινήματος), ο παραπλήσιος τον πατούσε (και όχι ο παραπατήσας τον πλησίαζε). Ο νεαρός έγινε άνω ποταμών (και όχι ο ποταμός έγινε άνω νεαρών), μόλις όμως άδειασε μετά μια θέση (και όχι μια άδεια σε μετάθεση), πηδώντας πήγε προς τα κει (και όχι ο πηδών ας πει μια προσταγή).
Αργότερα τον πήρε το μάτι μου που λες (και όχι αργό τεράτων πυρετό, μα τι μου λες), να μιλά με το φίλο του (και όχι να μήλα με το φύλλο του) για ένα κουμπί στο πανωφόρι του (και όχι για ένα αποκούμπι στο ανηφόρι του).
Ομοιοτέλευτο
Ένα μεσημέρι, μέσ’ στο καλοκαίρι, μπήκα στο S για να με μεταφέρει στου Σαμπερέ τα μέρη. Δεν φυσούσε αγέρι κι όπως είχε μαζευτεί εκεί μέσα ένα ασκέρι, κινδύνευα να κολλήσω μπέρι μπέρι. Ακούω ένα μακρυχέρη, λιγνό σαν αγιοκέρι, να βρίζει κάποιον: «μαουνιέρη», για τα πλήγματα που του επιφέρει και που τον κάνουν να υποφέρει. Κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει, καταλαβαίνοντας πως είναι χαμένος από χέρι, παρατά το νταραβέρι και, ενώ όλος ο κόσμος επιχαίρει, την κοπανά σαν περιστέρι.
Τον ξαναείδα πιο πέρι, έξω απ’ το σταθμό του Σαιν Λαζέρι, που ’χε ανοίξει κουβεντέρι για το πέτο στο παλτέρι.






Ιταλισμοί
Κοντά στο μετσοτζόρνο ήρθε το λεωφορέττο. Αβάντι! είπα μέσα μου και μ’ ένα σάλτο ήμουνα τροβάτος στο γκρίζο μαρσεπιέτο του. Εκεί είδα ένα τζόβενο σαν αρλεκίνο: λούνγκος σαν κατσαβίδι και πάνω στην τέστα του φορούσε ένα καπέλο με γαρνιτούρα μία τρέσα. Ξαφνικαμέντε, τα ’βαλε με τον βιτσίνο του (ένα σινιόρε ντελικάτο, όλο φινέτσα), γιατί — λέει — του πατούσε τα ποδαρίνια του. Καπάτσος όμως καθώς ήτανε, μόλις είδε ένα καθισματίνο λίμπερο, πήγε πρέστο να ριποζάρει τον καβάλο του.
Ντόπο δυο ωρίνες, τον ξαναείδα τον κανάγια. Ήταν στην πιάτσα Σάντο Λάζαρο, κομπανία μ’ ένα αμίκο του τάλε κουάλε, που του ’δινε κονσίλιες για ένα μποτόνι στο παλτό του.
Φινάλε.
Αμερικανισμοί
Ένα ντέι, γύρω στο νούνι, πάνω στο μπούσι που μας πήγαινε στο Σαμπερέι, λουκάρω ένα τζούνιορ σαν κλόουν: το νέκι του ήταν δέκα ίντσες και στο χάτι του είχε αντί για ριμπόνι ένα στρίνγκο. Στα ξαφνικέισιον, ο τζούνιορ έγινε φουντούκια κι ακιουζάρισε ένα τζέντλεμαν πως του πάταγε τα φούτια. Πριν όμως ο άλλος του δώσει κάνα σουτ και τον βγάλει μπι-ελ-αρ, διάλεξε ένα άδειο τσέρι σ’ ένα κόρνερ και βγήκε άουτ.
Δυο ώρες αργότερα, πήρα ένα νέο σοκ: είδα ξανά τον σταρ του σκετς έξω απ’ το μπαρ της Κουρ ντε Ρόουμ. Ήταν μ’ ένα φρέντι του του ίδιου σεξ, που του ’δινε οπίνιες για το κολάρο της ρεντιγκότας του.
Χωριάτικο
Ελόου μας, ματάκια μ’, διν ίχαμ’ αυτούνα τα χαρτάκια με τσ’ αριθιμοί απού παν’, αλλά στου καρ’ ανιβίκαμ’ που να μην έσωνε. Μουόλις πατήσαμ’ του πόδι μας (τι πατήσαμ’ δηλαδή, που λέει ο λόγος — πιτάμεν’ ήμασταν), τι ζούληγμα ήταν δαύτου γιόκα μ’, τι στριμουξίδ’! Δουόσαμ’ τα χριέματ’ δόξα να ’χει ου Κύριους μη μας πουν και τιέπουτ’, κάναμ’ μια γυρουβουλιά μι τ’ ματ’ και τι βλέπουμ’ μαθές: ίνα ντ’ρεκ’ ίσαμ’ κει παν’ μι κατ’ λαιμά κι ίνα καπέλου Βαγγελίστρα μ’! Του καπέλ’ εί­χε τριγύρ’ μια πλιεξούδ’! Και τι τούνα τσίμπησε κει που καθόντανε, γυρνάει μαθές κι λέει κατ’ λόγια στουν κύριου που ’ταν σμα ’τ κι μια κι δυο ιπίγ’ κι καθ’σ.
Τι βλέπουν τα ματάκια μας στην πολ’! Αμ δι σ’ είπ’! Που τουν ματάδαμ’ το ντ’ρεκ! Μπρουστά σ’ ίνα μεγάααλου σπιτ’ που κι ιγώ διν ξέρου τι ’ντουνα, να τους πάλ’ πάαινε κι ιρχούντανε μ’ ιν’ άλλου ντ’ρεκ ίδιου μπόι κι αμ τι θαρρείς που του ’κρέεν τ’ άλλου ντ’ρεκ ίδιου μπόι; Του ’κρεν «αυτούν’ τ’ κουμπί πριέπ’ να τ’ ράψ’ λίγου πιου παν’ να σ’ χαρώ». Σ’ αρσ’; Αυτά του ’κρεν’ του ντ’ρεκ τ’ άλλου ντ’ρεκ ίδιου μπόι.
Μάγκικο
Νταν μεσημέρι καβαλάω το ες. Σκάω τα λεφτά ως είναι φυσικόν και προχωράω στα παραμέσα. Να σου που λες κι ο δικός σου, ένας φιόγκος μ’ ένα σβέρκο σα τηλεσκόπιο κι ένα σπάγκο στην καπελαδούρα. Εγώ το κόβω το παιδί να πούμε γιατί έχει χάζι, όταν όλως αιφνιδίως γυρνά στον παραδίπλα και του τη βγαίνει ούτω πως: Λίγη προσοχή δε βλάφτει, πάτα και λίγο λεωφορείο, πώς μου ξηγιέσαι έτσι, κοντεύεις να μου δώσεις τα νύχια μου στο χέρι, και ούτω καθεξής. Πάνω που αδειάζει όμως μια θέση, γίνεται μπουχός και μην τον είδατε.
Διελθών αργότερα της Κουρ ντε Ρομ, τον ξαναπαίρνει ο οφθαλμός μου να ’χει πιάσει λακριντί μ’ έναν άλλο φιόγκο, σουλούπι τάλε κουάλε. Και τι γυρνάει ο δικός του και του λέει! Να ράψει κι άλλο ένα κουμπί άμα λάχει στο μπαρντεσού του!
μτφρ. Αχιλλέας Κυριακίδης

Ώρα για εξάσκηση

Ξαναγράψτε την ιστορία του Κενώ υιοθετώντας ένα ύφος λόγου από τα παρακάτω : από μπρος προς τα πίσω , πιθανολογικό , ουράνιο τόξο, όνειρο , ανακριτικό .




Βιβλιογραφία – Δικτυογραφία

1. www.biblionet.gr/book/29141/.../Ασκήσεις_ύφους
2. ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGL-B125/668/4444,19917/...
3. http://www.ekebi.gr/fakeloi/lexika/yfos.htm

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σχεδιάγραμμα έκθεσης γ΄γυμνασίου : Σχολικός εκφοβισμός

Σχέδιο μαθήματος + φύλλο εργασίας : Κική Δημουλά - Τα πάθη της βροχής κείμενα γ΄γυμνασίου

Σχεδριάγραμμα έκθεσης γ΄γυμνασίου : Ισότητα των φύλων